Μείωση Εκπομπών Αερίων του Θερμοκηπίου από τα Πλοία

Η ελληνική ναυτιλιακή κοινότητα παραμένει προσηλωμένη στις δεσμεύσεις της για την απανθρακοποίηση της ναυτιλίας και συνεχίζει να υποστηρίζει βιώσιμες και λειτουργικές διεθνείς λύσεις που υιοθετούνται στον ΙΜΟ. Περιφερειακά μέτρα που δεν αναγνωρίζουν τον παγκόσμιο χαρακτήρα της ναυτιλίας, δυσχεραίνουν τις θαλάσσιες μεταφορές και δημιουργούν περιορισμούς στο παγκόσμιο εμπόριο, χωρίς να προσφέρουν ουσιαστικά οφέλη στην καταπολέμηση του προβλήματος της υπερθέρμανσης του πλανήτη.

Η ΕΕΕ χαιρετίζει την 2023 Στρατηγική του ΙΜΟ για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τα πλοία. Αυτή η ιστορική συμφωνία περιλαμβάνει στόχους για μηδενικές «καθαρές» (net) εκπομπές από τη ναυτιλία, έως ή πλησίον του 2050, όπως είχε προτείνει και η ναυτιλιακή κοινότητα, καθώς και φιλόδοξους ενδεικτικούς ενδιάμεσους στόχους για το 2030 και το 2040. Η διαθεσιμότητα ασφαλών και κατάλληλων εναλλακτικών drop-in καυσίμων είναι καθοριστικός παράγοντας για την ενεργειακή μετάβαση του υπάρχοντα στόλου, δεδομένου του σύντομου χρονικού περιθωρίου μέχρι το 2030.

Η ΕΕΕ υποστηρίζει την πρόταση της διεθνούς ναυτιλιακής κοινότητας για ένα σύστημα “Fund and Reward”. Ο μηχανισμός “Fund and Reward” θα χρηματοδοτείται από μια υποχρεωτική συνεισφορά των πλοίων βασισμένη σε ανά τόνο εκπεμπόμενου CO2 που θα αποδίδεται σε ένα ταμείο του ΙΜΟ, όπως έχει προτείνει το Διεθνές Ναυτικό Επιμελητήριο (ICS). Θα παρέχει, δε, αντικίνητρα στα πλοία που εκπέμπουν διοξείδιο του άνθρακα και θα επιβραβεύει εκείνα που χρησιμοποιούν καύσιμα και τεχνολογίες που περιορίζουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Ένα τεχνικό παγκόσμιο πρότυπο καυσίμου (Global Fuel Standard), παρόμοιας εφαρμογής με τον Κανονισμό του ΙΜΟ για τη μέγιστη περιεκτικότητα θείου στα ναυτιλιακά καύσιμα (ΙΜΟ 2020), είναι απαραίτητο να συμπληρώσει το οικονομικό μέτρο και να ελαχιστοποιήσει το διοικητικό βάρος ιδίως για τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις (ΜΜΕ).

Ο συνδυασμός ενός μηχανισμού “Fund and Reward” με ένα παγκόσμιο τεχνικό πρότυπο καυσίμων θα ήταν αποτελεσματικός στην επίτευξη των παγκόσμιων περιβαλλοντικών στόχων της ναυτιλίας.

Ο ΙΜΟ έχει επίσης εγκρίνει βραχυπρόθεσμα μέτρα με στόχο τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των υπαρχόντων πλοίων και τη μείωση της έντασης άνθρακα της διεθνούς ναυτιλίας με ισχύ από 1.1.2023. Τα μέτρα αυτά προβλέπουν τεχνικές (δείκτης ενεργειακής απόδοσης υπαρχόντων πλοίων - EEXI), λειτουργικές (δείκτης έντασης άνθρακα - CII) και διοικητικές (σχέδιο διαχείρισης της ενεργειακής απόδοσης του πλοίου - SEEMP) απαιτήσεις. Προστίθενται, δε, στο υπάρχον μέτρο για την εφαρμογή του δείκτη ενεργειακής απόδοσης κατά τη σχεδίαση του πλοίου (EEDI) που έχει τεθεί σε ισχύ παγκοσμίως για τα νεότευκτα πλοία από το 2013.

Ωστόσο, τα βραχυπρόθεσμα αυτά μέτρα παρουσιάζουν ατέλειες. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το κανονιστικό πλαίσιο για τον δείκτη CII επιδιώκει τη μείωση των εκπομπών από τα πλοία μέσω της εφαρμογής λειτουργικών μέτρων, τα οποία είναι μη ρεαλιστικά και συχνά εκτός του ελέγχου των πλοιοκτητών. Οι λειτουργικές αποφάσεις που επηρεάζουν κυρίως τις παραμέτρους της κατηγοριοποίησης του πλοίου με τον δείκτη CII (π.χ. η ταχύτητα πλοίου, το δρομολόγιο, το μεταφερόμενο φορτίο, το είδος του καυσίμου) λαμβάνονται κατά κανόνα από τον φορέα που εκμεταλλεύεται εμπορικά το πλοίο (commercial operator). Ο ΙΜΟ έχει δεσμευτεί να αντιμετωπίσει τα προβληματικά σημεία του Κανονισμού του δείκτη CII κατά την περίοδο αναθεώρησης του μέτρου που λήγει το 2026.

Το κανονιστικό πλαίσιο για τον δείκτη CII χρειάζεται ουσιαστική βελτίωση, καθώς δεν είναι κατάλληλο για πολλούς τύπους πλοίων και τον τρόπο λειτουργίας τους.

O ρόλος άλλων εμπλεκόμενων με τη ναυτιλία κλάδων

 

Είναι επιτακτική ανάγκη να υπάρξει μια ισορροπημένη προσέγγιση μεταξύ φιλόδοξων και ρεαλιστικών στόχων, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες προσφοράς και ζήτησης ενέργειας. Η απανθρακοποίηση απαιτεί μια νέα γενιά καυσίμων και τεχνολογιών πρόωσης με μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα. Η ποντοπόρος ναυτιλία είναι ένας τομέας που είναι δύσκολο να απεξαρτηθεί από τον άνθρακα και απαιτεί τη διαθεσιμότητα ναυτιλιακών καυσίμων υψηλής ενεργειακής πυκνότητας σε προσιτές τιμές, καθώς και νέες τεχνολογίες, προϋποθέσεις οι οποίες δεν έχουν ωστόσο καταστεί ακόμη βιώσιμες. Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους η ΕΕΕ διατηρεί μια ουδέτερη τεχνολογικά προσέγγιση, ενώ δείχνει προτίμηση σε καύσιμα drop-in που είναι συμβατά με τις υπάρχουσες μηχανές εσωτερικής καύσης (ICEs) και τις υπάρχουσες υποδομές εφοδιασμού καυσίμων.

Οι επενδύσεις στην παραγωγή καυσίμων και στις υποδομές εφοδιασμού αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος του συνολικού κόστους της απανθρακοποίησης. Η ανάπτυξη εναλλακτικών καυσίμων και τεχνολογιών απαιτεί τη συμβολή και τον συντονισμό ενός ευρέoς φάσματος εμπλεκόμενων με τη ναυτιλία κλάδων, όπως παραγωγοί και προμηθευτές καυσίμων, ναυπηγεία, κατασκευαστές ναυτικών μηχανών, λιμένες και τερματικοί σταθμοί, ναυλωτές, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ρυθμιστικές αρχές και κυβερνήσεις, προκειμένου η διεθνής ναυτιλία να έχει πρόσβαση σε ασφαλείς και κατάλληλες για τις ανάγκες της τεχνολογίες πρόωσης, καθώς και σε ναυτιλιακά καύσιμα που θα είναι διαθέσιμα παγκοσμίως.

Η απανθρακοποίηση της ναυτιλίας απαιτεί από τους άλλους εμπλεκόμενους με τη ναυτιλία κλάδους να δεσμευτούν για την επείγουσα ανάπτυξη εναλλακτικών και ασφαλών ναυτιλιακών καυσίμων και τεχνολογιών.

 

Πρώτα η ασφάλεια: η βασική αρχή για όλους τους κανονισμούς

 

Η ασφάλεια των νέων καυσίμων και των αναδυόμενων τεχνολογιών είναι ύψιστης σημασίας για τη ναυτιλία. Η διατήρηση και η βελτίωση των υφιστάμενων επιπέδων ασφάλειας αποτελεί προτεραιότητα. Αυτό αναδεικνύει τον κρίσιμο ρόλο της Επιτροπής Ναυτικής Ασφάλειας (MSC) του ΙΜΟ ούτως ώστε να διασφαλιστεί ότι οι εξοπλισμοί και οι διαδικασίες επί του πλοίου και στην ξηρά επιτυγχάνουν σταθερά κατ’ ελάχιστο τα ίδια επίπεδα ασφάλειας με αυτά που ήδη ισχύουν σήμερα με την χρήση συμβατικών καυσίμων.

Η παράμετρος της ασφάλειας θα πρέπει να παραμείνει η πρωταρχική αρχή σε όλους τους κανονισμούς της ναυτιλίας.